Μελαμβαφή αγγεία
Μελαμβαφή αγγεία
Μελαμβαφή αγγεία παράγονταν σε μεγάλες ποσότητες ήδη από τα τέλη του 6ου και καθ’ όλη τη διάρκεια του 5ου και του 4ου αι. π.Χ., μολονότι το είδος αυτό ήταν γνωστό ήδη από πρωιμότερες εποχές. Τα έξοχα σχήματα και η στιλπνότητα της μαύρης επιφάνειάς τους παραπέμπουν σε μεταλλικά πρότυπα, τα οποία φαίνεται ότι προσπαθούσαν να μιμηθούν. Ήταν, βέβαια, φθηνότερα από τα διακοσμημένα αγγεία. Από το α΄ μισό του 5ου αι. π.Χ., τα αγγεία αυτά δέχονται συχνά και μια πολύ διακριτική διακόσμηση με εγχάρακτα και εμπίεστα μοτίβα, όπως π.χ. ανθέμια, αποκτώντας έτσι πιο ελκυστική όψη. Αγγεία παρόμοια με τον κιονωτό κρατήρα (κάτω) κατασκευάζονταν στα εργαστήρια του αθηναϊκού Κεραμεικού και συχνά προσφέρονταν ως αναθήματα σε μεγάλα ιερά. Επίσης, αποτελούσαν αντικείμενο εμπορίου, κυρίως προς την Ιταλία, όπου οι Ετρούσκοι τα χρησιμοποιούσαν στα συμπόσια ή τα τοποθετούσαν ως κτερίσματα σε τάφους. Οι κάνθαροι ήταν χαρακτηριστικά αγγεία πόσεως και λαλούντα σύμβολα του Διόνυσου. Το εικονιζόμενο παράδειγμα (επάνω) αποτελεί παραγωγή βοιωτικού εργαστηρίου. Ο μεγάλος αριθμός μελαμβαφών κανθάρων που εντοπίστηκε σε βοιωτικούς τάφους τονίζει την ιδιαίτερη σημασία του σχήματος αυτού στα τοπικά ταφικά έθιμα.
As seen on
Αρχαία Ελληνική Τέχνη